μυθογραφίας

μυθογραφίας
μῡθογραφίᾱς , μυθογραφία
writing of fables
fem acc pl
μῡθογραφίᾱς , μυθογραφία
writing of fables
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αίσωπος — I (7ος αι. π.Χ.). Συγγραφέας, ο θεωρούμενος πατέρας της μυθογραφίας. Οι πληροφορίες για τη ζωή του είναι αβέβαιες· προέρχονται από μια μυθιστορηματική βιογραφική παράδοση –την οποία συνόδευαν και μύθοι– που τοποθετείται στον 6ο αι. π.Χ.… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”